Εγώ εν τζ' ήθελα να κάτσω στη Λακατάμια. Ονειρευόμουν κάπου έξω που τη Λευκωσία, Σια, Πυργά, έστω Μοσφιλωτή. Το σενάριο των βουκολικών μου πόθων τερματίστηκε όταν η μάνα μου (ο κύριος χρηματοδότης του έργου) δέχτηκε να έρθει σε επιτόπια επίσκεψη σε ένα κομμάτι γης στη Μοσφιλωτή. Μα τόσα...; γύρισε τζαι είπε του μεσίτη άμα άκουσε το ποσό (τότε ακόμη ήταν σε λίρες). "Δαμέ, ούτε το γάρο μου εν θα σσιίνιαζα!"
Έτσι βρέθηκα να ζω από Αθήνα στη Λακατάμια. Οι γείτονές μου είναι ενεργοί πολίτες. Άμα ππέφτουν φύλλα στο πεζοδρόμιο που κάνα δεντρό, συνάουν υπογραφές για να το κόψουν. Το ίδιο κάμνουν άμα ανθίσει τίποτε στην αυλή σου που τραβά τες μέλισσες. Συνάουν υπογραφές τζαι παν στο Δήμο να το κόψει ή έστω να του κάμει μια γενετική θεραπείαν να μεν ανθίζει. Για τους σιιύλους τζαι τους κάττους εν συνάουν υπογραφές. Γίνονται πιο "active", γοράζουν λανέιτ, βουττούν μέσα κομματούθκια κρέας τζαι νύχτα πο' ν' τους θωρεί κανένας σύρνουν τα ποτζεί ποδά, να "καθαρίσει ο τόπος".
Για ένα πράμα μόνο συνεχίζω να πιστεύω στη σωτηρία της ψυχής τους/μας: Κόμα να στείλουν επιστολή για τη λίμη Μαγκλή στο Δήμο. Μιαν επιστολή να παραπονιούνται για τα κουνούπια, για τη γεριμία γυρό γυρό, για τους μιτσιούς που παν τζαμέ τη νύχτα τζαι φιλιούνται, για τους Ρουμάνους που κάμνους πικ-νικ τη Κυριακή. Τελικά η λίμνη του Μαγκλή αρέσκει τους, αρέσκει μας ούλλους. Τελικά, η λίμνη του Μαγκλή, χωρίς να της αγαπούμε ή να τη μισούμε ιδιαίτερα, χωρίς υπογραφές, χωρίς κκοτσιάννια (έτσι ενομίζαμεν), χωρίς εισιτήρια, χωρίς ττέλια (ευτυχώς πάντα κάποιος σύρνει τα κάτω) εν τζιαμέ, πίσω που τα πολυτελή σπίθκια "on the hill top".
Την πρώτη φορά που πήα τζιαμέ έπαθα, σαν να μεν ήμουν στη Λακατάμια, γυρό γυρό καλάμια, άλλα φετινά τζ άλλα παλλιά, κόνιζοι, σημάθκια πά' στη λάσπη που τα σκουλουκούθκια της νύχτας, ελικοπτερούθκια να πετούν, μέσα μέσα θωρείς κάτι αδρώπους που ψαρεύκουν (έτσι για το χάζι, δηλαδή) τζ' εν τόσο τζ' ευτυχισμένοι τζ' ίλαροι πο' 'νε μοιάζουν με Κυπραίους, τις Κυριακές μες την άννοιξη εθώρες οικογένειες ανατολικοευρωπαίων που κάθουνταν στην άκρη, πα' στα χόρτα, τζαι για πρώτη φορά εν εσκέφτεσουν "Ρουμάνοι" "Πολωνοί" "μπίρες" "ρωσίδες" μα έρκετουν στο νου σου τζείνος ο πίνακας του Σερά που δείνει κόσμο να παρπατά γυρό που το νησί του Grande Jatte. Βασικά, μούζα να 'σιει το πολυπολιτισμικό (τάχατες) "Rainbow Festival" (τζείνο που έδωκεν εργολαβία η κυβέρνηση στην ΚΙΣΑ), οι πραγματικά πολυπολιτισμικοί χώροι εν τζείνοι που δίπλα μας, τζαμέ που πάμε τζαι μεις, χωρίς να μας περνά που το νου να γυρίσουμε τη γειτονιά να συνάξουμεν υπογραφές.
Φαίνεται όμως ότι ελογαριάζαμε χωρίς τον Ξενοδόχο διότι ο ξενοδόχος ένεν ο Μαγκλής, ή ο γιος του Μαγκλή, ή ο άγγονάς του ή έστω ένας κληρονόμος του που έσσιει πολλά ριάλλια τζ' εν ασχολείται με ένα ξημαρότοπο στην Λακατάμια. Βασικά, η λίμνη ένεν του Μαγκλη αλλά του Νικηφόρου. Άσχετο ότι εν την λεν "Η λίμνη του Νικηφόρου". Τζ' ο δημόσιος κήπος της Πάφου εν των παπάων αλλά λαλούν τον "ο Κήπος", τζ' η χωράφα δαμέ πάρακάτω εν του Νικηφόρου τζαι πάλε λαλούν την "το Πάρκο". Δυστυχώς πώς τούτα ούλλα εγίναν "του Νικηφόρου" εν θα μάθουμε ποττέ.
Ως επί μακρόν διαμένοντες μετανάστες στη Λακατάμια (που τα Καλλιάνια, που την Πανιαγιά της Πάφου, που τους συνοικισμούς, που την Τζυπερούντα) πρέπει να πούμε του Νικηφόρου ότι ενεν δική του η Λίμνη, εν δικαιούται να την αποξηράνει, αν έχει το ψυχικό κάλλος ας τη σάσει, να τη καθαρίσει, να βαλει τους κηπουρούς τζαι τους αναγιωτούς του να φυτέψουν δεντρούδκια τζαι φκιόρα.
Μπορεί να είναι μια τεχνιτή λίμνη, σε ιδιωτική γη, αλλά τωρά εν η Λίμνη του Μαγκλή (Λίμνη με κεφαλαίο Λ, όι κολύμπα με μικρό κ), τζαι εν γίνεται ένας οικότοπος ολόκληρος να ανήκει στον Νικηφόρο, δαμέ εδώκαν οι Εγγλέζοι πίσω στο Δήμο το Βεραγγάρια τζαι μεις εννά δώκουμε πίσω στο Νικηφόρο τη Λίμνη του Μαγκλή;